Τί είναι το IVF και πότε συστήνεται;

Η κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση είναι η διαδικασία κατά την οποία τα ώριμα ωάρια λαμβάνονται από τις ωοθήκες και γονιμοποιούνται στο εργαστήριο, με την προσθήκη κινητών σπερματοζωαρίων στο καλλιεργητικό υγρό όπου βρίσκονται τα ωάρια. Τα έμβρυα που θα προκύψουν αναπτύσσονται στο εργαστήριο και μερικές μέρες αργότερα θα μεταφερθούν στη μήτρα (εμβρυομεταφορά). Η διαδικασία στο εργαστήριο ουσιαστικά μιμείται τη φυσιολογική διαδικασία που πραγματοποιείται στο σώμα της γυναίκας. στο σώμα της γυναίκας.

Η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να παρακάμψει προβλήματα υπογονιμότητας, όπως την παρουσία κλειστών ή κατεστραμμένων σαλπίγγων, σε ζευγάρια με ανεξήγητη υπογονιμότητα ή όταν ο σύζυγος έχει ήπιας μορφής υπογονιμότητα. Άλλοι παράγοντες, όπως η ηλικία, ενδομητρίωση, ανοσολογικοί παράγοντες, παχυσαρκία ή ακόμα και ψυχολογική κατάπτωση μπορεί να οδηγήσουν ζευγάρια σε υπογονιμότητα και συνεπώς στην εξωσωματική γονιμοποίηση.

Ποια είναι τα στάδια του IVF;

 Οι τέσσερις φάσεις της εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι:

  1. Ανάπτυξη και παρακολούθηση ωοθυλακίων

Σε έναν φυσιολογικό κύκλο περιόδου, οι ορμόνες LH και FSH χρησιμοποιούνται από τον οργανισμό για την πρόκληση της ανάπτυξης και την ωρίμανση ενός ωοθυλακίου. Για να αυξηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης, οι ωοθήκες διεγείρονται με υψηλότερα επίπεδα ορμονών από αυτά που εκκρίνονται φυσιολογικά στο σώμα. Επιπλέον, η ωορρηξία απαιτεί τη χρήση ενέσεων γοναδοτροπίνης. Ο απώτερος σκοπός είναι να ωριμάσουν περισσότερα από ένα ωάρια για γονιμοποίηση.

Ο συνδυασμός των φαρμάκων, η δοσολογία και το είδος του πρωτοκόλλου προσαρμόζονται στα δεδομένα της κάθε γυναίκας ξεχωριστά (με βάση το ιατρικό της ιστορικό, την ηλικία και τον κύκλο της), ώστε να επιτευχθεί ικανοποιητικός αριθμός άριστης ποιότητας ωαρίων. Με τη χρήση υπερήχων και με ορμονικές αναλύσεις αίματος παρακολουθείται το μέγεθος των ωοθυλακίων, ο αριθμός τους και ο ρυθμός ανάπτυξής τους. Στον κατάλληλο χρόνο θα χορηγηθεί μία επιπλέον ορμόνη, που θα βοηθήσει στην τελική ωρίμανση των ωαρίων. Η ώρα χορήγησής της θα προσδιορίσει και την ώρα πραγματοποίησης της ωοληψίας.

Εναλλακτικά, μπορεί να εφαρμοστεί ο φυσικός κύκλος εξωσωματικής γονιμοποίησης (NC-IVF),όπου δεν εκτελείται ωοθηκική διέγερση. Το ωάριο αφήνεται να μεγαλώσει και να ωριμάσει από μόνο του. Η ωρίμανσή του παρακολουθείται με υπερήχους, ενώ ίδιες είναι και οι διαδικασίες ωοληψίας, γονιμοποίησης του ωαρίου και εμβρυομεταφοράς.  

  1. Ωοληψία

Η ωοληψία είναι μια διαδικασία σύντομη και γίνεται ενδοκολπικά, με τη χρήση αναισθησίας. Μια λεπτή βελόνα συνδεδεμένη με τον υπερηχογραφικό ανιχνευτή χρησιμοποιείται για την απορρόφηση του ωοθυλακικού υγρού από τις ωοθήκες. Το υγρό εξετάζεται από τον εμβρυολόγο κάτω από το μικροσκόπιο, όπου τα ωάρια απομονώνονται και μεταφέρονται σε καλλιεργητικά υλικά. Ακολούθως τοποθετούνται μέσα σε κλίβανο για επώαση, ώστε να συνεχίσουν τη διαδικασία ωρίμανσής τους μέχρι την ώρα της γονιμοποίησης. 

  1. Γονιμοποίηση ωαρίων

Σ’ αυτό το στάδιο, το επεξεργασμένο δείγμα σπέρματος χρησιμοποιείται για τη γονιμοποίηση των ωαρίων. Το δείγμα μπορεί να είναι φρέσκο (παράγεται από το σύντροφο την ημέρα της ωοληψίας), κατεψυγμένο (του συντρόφου ή δότη σπέρματος) ή να έχει ληφθεί έπειτα από βιοψία όρχεων (σε περιπτώσεις αζωοσπερμίας). Το σπέρμα προετοιμάζεται με εργαστηριακές διαδικασίες και τα κινητά σπερματοζωάρια απομονώνονται. Περίπου 100,000 κινούμενα σπερματοζωάρια τοποθετούνται γύρω από κάθε ωάριο λίγες ώρες μετά την ωοληψία. Η γονιμοποίηση θα πραγματοποιηθεί στον κλίβανο του εργαστηρίου τις επόμενες 12-18 ώρες.

Την επόμενη ημέρα η γονιμοποίηση ελέγχεται και τα φυσιολογικά γονιμοποιημένα ωάρια θα καλλιεργηθούν στο εργαστήριο για 2-6 ημέρες, όπου θα εξελιχθούν μέχρι το στάδιο της βλαστοκύστης.

  1. Εμβρυομεταφορά

Με κριτήρια το ρυθμό ανάπτυξης και τη μορφολογία των εμβρύων επιλέγονται τα έμβρυα και μεταφέρονται διαμέσου του τραχήλου στη μήτρα, με τη χρήση ενός λεπτού και εύκαμπτου καθετήρα. Η διαδικασία συνήθως δεν απαιτεί τη χρήση αναισθησίας, είναι ανώδυνη και διαρκεί μόλις λίγα λεπτά.

Ο αριθμός των εμβρύων που θα μεταφερθούν αποφασίζεται με βάση την ηλικία και το ιστορικό της γυναίκας, και ανάλογα με τον αριθμό και την ποιότητα των εμβρύων που έχουν παραχθεί στον συγκεκριμένο κύκλο θεραπείας. Επίσης λαμβάνεται υπόψη η γνώμη του ζευγαριού για πιθανή πολύδυμη κύηση. Οι συνεργάτες ιατροί και οι εμβρυολόγοι είναι στη διάθεση του ζευγαριού για συζήτηση και παροχή συμβουλών σχετικά με το θέμα αυτό. Ένα μικρό χρονικό διάστημα για ανάπαυση στα δωμάτια ανάνηψης ακολουθεί την εμβρυομεταφορά, και συστήνονται κάποιοι περιορισμοί στις δραστηριότητες για το υπόλοιπο της ημέρας.

Από την ημέρα της ωοληψίας χορηγούνται φάρμακα για να διασφαλιστεί η καλύτερη ανάπτυξη του ενδομητρίου, ώστε να προωθηθεί η εμφύτευση των/του εμβρύων/εμβρύου. Ποσοτικός έλεγχος εγκυμοσύνης με απλή εξέταση αίματος (για την εντόπιση της β-χοριακής γοναδοτροπίνης) γίνεται 13-14 ημέρες από την εμβρυομεταφορά.